Της Παρής Σπίνου
Ο νέος ζωγράφος, ανήσυχος και δημιουργικός, συμμετέχει με νέα έργα του στη διεθνή φουάρ SWAB της Βαρκελώνης.
Πολλοί νέοι καλλιτέχνες αντιμετωπίζουν με γκρίνια και μεμψιμοιρία τις συνέπειες της κρίσης. Ευτυχώς, ο Νίκος Μόσχος τής κλείνει πονηρά το μάτι. Πατάει γερά στα πόδια του, αντισταθμίζει τα «δεινά» με την ικανοποίηση που φέρνει η δημιουργικότητα,
διατηρεί ένα πνεύμα ανήσυχο και κριτικό. Τώρα, εκθέτει τη νέα του δουλειά σε μια μεγάλη διεθνή φουάρ, τη SWAB της Βαρκελώνης (2-5/10), με την γκαλερί Alma, κάνοντας ένα συμβολικό «άλμα» στο εξωτερικό.
«Από νωρίς κατάφερα να ζω αποκλειστικά και μόνο από τη ζωγραφική μου», μας λέει ο 35χρονος ζωγράφος λίγο πριν πάρει το αεροπλάνο. «Αυτό νομίζω πως οφείλεται κυρίως στην αφοσίωση και την “ξεροκεφαλιά” μου. Είμαι ευτυχισμένος που βασανίζομαι πάνω στην υλοποίηση των ιδεών μου. Η σκέψη, η χαρά του νέου, η έκπληξη του τυχαίου με αποζημιώνουν για το οποιοδήποτε κόστος. Η αναγνώριση και η εμπορική επιτυχία σαφώς είναι εμψυχωτικός και τονωτικός παράγοντας, αλλά σε σύγκριση με την επίτευξη των στόχων εντός εργαστηρίου μοιάζει απλά με το επιδόρπιο σε ένα τραπέζι».
Η δουλειά του, σχεδόν πάντα αυτοβιογραφική, κεντρίζει, ενοχλεί, ανατρέπει, μοιάζει με ένα παιχνίδι χωρίς φραγμούς με τις αντοχές και τα όρια. Τα έργα που δείχνει στη Βαρκελώνη αποτελούν εξέλιξη της σειράς που πρωτοπαρουσίασε στις δύο προηγούμενες εκθέσεις του, το 2012 και το 2013, με τίτλο «Ο Γάμος της Σάρκας και της Μηχανής». Στις συνθέσεις του κυριαρχούν οι συγκρούσεις: δυσανάλογα ανθρώπινα μέλη συνθλίβονται από μηχανές, δέντρα ή και νεόδμητα κτίρια, δημιουργώντας απροσδόκητες καταστάσεις, συναισθηματικά φορτισμένες.
Οι απρόβλεπτες οπτικές γωνίες, οι παραμορφώσεις αλλά και οι υπαινιγμοί στιλιζαρισμένων σχημάτων πηγάζουν από τον εξπρεσιονισμό, το κόμικς, αλλά και τη βυζαντινή εικονογραφία. Αρχαία υπολείμματα του ένδοξου παρελθόντος πλέκονται με ευτελή θραύσματα του σήμερα. «Μνημεία του ανθρώπου σε έκπτωση από κάθε τι ευγενές και ανώτερο», τα χαρακτηρίζει ο ίδιος, «ηττημένου από τα ζωώδη ένστικτα και κυρίως την ακόρεστη λαιμαργία του. Ενός ανθρώπου που τελικά έγινε ένα με το σίδερο και την πέτρα, αλλά ταυτόχρονα πιο ευάλωτος από ποτέ».
Η τεχνολογία είναι παρούσα στις συνθέσεις του Νίκου Μόσχου, ωστόσο δεν αποτελεί εργαλείο για τη δουλειά του. «Η σχέση μου με αυτήν περιορίζεται στα στοιχειώδη, με σκοπό τη διευκόλυνση της καθημερινότητάς μου. Δεν βρίσκω απαραίτητο να βρίσκομαι online όλη την ημέρα, δεν έχω γνώσεις πάνω στο photoshop κ.λπ. Δεν υπάρχει κάποια διάθεση άρνησης ή δαιμονοποίησης, απλά δεν μου έχουν κεντρίσει επαρκώς το ενδιαφέρον», μας λέει. «Αδιαμφισβήτητα ο τεχνολογικός αγώνας δρόμου έχει δώσει σωτήριες λύσεις στην ανθρωπότητα. Μέσω της ρομποτικής ιατρικής, για παράδειγμα, πραγματοποιούνται επεμβάσεις δίνοντας λύση σε ζωτικά προβλήματα υγείας. Από την άλλη πλευρά υπάρχει, με πρόσχημα την επικοινωνία, μια ιλιγγιώδης εναλλαγή προϊόντων στηριγμένη πάνω σε ανούσια και αποπροσανατολιστικά επιχειρήματα. Μέσα σ’ αυτό το καταναλωτικό όργιο η τεχνολογία έχει αποκτήσει διαστάσεις φετίχ με αυτοαναφορικό χαρακτήρα. Εδώ ο άνθρωπος μοιάζει λίγο με τον Πυγμαλίωνα που ακολουθεί τυφλά τον μεγάλο του έρωτα».
Ο ίδιος σχολιάζει και τη χιλιοειπωμένη φράση «Η δημιουργία στην περίοδο της κρίσης». «Σε αρκετό κόσμο φαντάζει το ίδιο ρομαντικό όσο ο τίτλος στο γνωστό μυθιστόρημα του Μάρκες “Ο έρωτας στα χρόνια της χολέρας”. Δυστυχώς το τοπίο από ηθικής πλευράς ήταν χολερικό από τότε που μπορώ να θυμηθώ και να κρίνω, δεν είναι πρόσφατο φαινόμενο. Οσον αφορά τους δημιουργούς, κάποιοι έχουν σταθεί “παγωμένοι” μπροστά στη φουρτούνα και κάποιοι άλλοι βουτάνε και βγάζουν απ’ τα βάθη τους μεγάλα ψάρια. Το αγοραστικό κοινό έχει συρρικνωθεί, ενώ δεν είναι λίγοι αυτοί που έχουν αναθεωρήσει τις απόψεις τους για το τι είναι τέχνη και τι έχει πραγματικά αξία. Καλλιτέχνες και γκαλερί κατάλαβαν ότι είναι επιτακτική ανάγκη η προβολή προς ένα πιο ευρύ κοινό. Η εξωστρέφεια αυτή αφορά όχι μόνο το εμπορικό κομμάτι, αλλά και τη διακίνηση ιδεών των ίδιων των καλλιτεχνών, καθώς ο ελληνικός χώρος θα χαρακτηριζόταν, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, απομονωμένος. Σ’ αυτό το “άνοιγμα” θα έπρεπε να είναι πιο καθοριστικός ο ρόλος του κράτους και να μπουν επιτέλους θεμέλια σε υποδομές και θεσμούς που θα παροτρύνουν και θα αναδείξουν τη σύγχρονη ελληνική παραγωγή».
archive.efsyn.gr